Αντισυνταγματική αύξηση παραβόλων ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΗΣ ΔΙΚΗΣ

 
Αριθμός απόφασης 59/2012
ΤΟ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΑΘΗΝΑΣ
Τμήμα 29ο Μονομελές
               Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριο του, στις 14 Απριλίου 2011, με δικαστή τον Βασίλειο Φαϊτά, Πρωτοδίκη Δ.Δ., και γραμματέα την Κωνσταντίνο Ζιάκα, δικαστική υπάλληλο,  γ ι α να δικάσει την ανακοπή με χρονολογία κατάθεσης 30-4-2008, 
 
 της ......................
 κατά του Ελληνικού Δημοσίου ………………...
Αφού μελέτησε τη δικογραφία
Σκέφθηκε κατά το νόμο
 Με την κρινόμενη ανακοπή επιδιώκεται να ακυρωθεί η 50β71.4.2008 έκθεση αναγκαστικής κατάσχεσης του δικαστικού επιμελητή στο Πρωτοδικείο Αθηνών........., με την οποία, σε εκτέλεση της υπ’ αριθμ. ……………… έγγραφης παραγγελίας του Προϊσταμένου της Δημόσιας Οικονομικής Υπηρεσίας (Δ.Ο.Υ.) ……… Αθηνών, κατασχέθηκε ακίνητη περιουσία της ανακόπτουσας για την ικανοποίηση απαίτησης του Δημοσίου έναντι αυτής συνολικού ύψους € 11.340. 
Η απαίτηση αυτή προέρχεται από ένα πρόστιμο ύψους € 10.000 που καταλογίστηκε σε βάρος της με την ……………………. πράξη του Προϊσταμένου της Υποδιεύθυνσης Δίωξης Οικονομικών Εγκλημάτων Αρχαιοκαπηλίας και Ηθών της Διεύθυνσης Ασφάλειας Αττικής κατ` επίκληση των διατάξεων του άρθρου 5 του ν. 3037/2002 «Απαγόρευση παιγνίων» (ΦΕΚ 174Α`) πλέον προσαυξήσεων, το οποίο βεβαιώθηκε ταμειακά σε βάρος της με την 1296/28.2.2007 πράξη ταμειακής βεβαίωσης του Προϊσταμένου της ως άνω Δ.Ο.Υ. Εξάλλου, κατά την κατάθεση της κρινόμενης αίτησης κατατέθηκε παράβολο € 4,50 [βλ. τα υπ’ αριθμ. 1146572 και 2805272/30.4.2008 ειδικά έντυπα παραβόλου, Σειράς Α`], ενώ, παρά την τήρηση της διαδικασίας του άρθρου 139Α του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας (Κ.Δ.Δ.] [τηλεφωνική πρόσκληση προς συμπλήρωση ελλείποντος παραβόλου], ουδέποτε κατατέθηκε συμπληρωματικό παράβολο, ώστε το συνολικό παράβολο να ανέλθει σε € 100, σύμφωνα με τους ορισμούς της παρ. 2 του άρθρου 277 του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας (Κ.Δ.Δ.), όπωε η παρ. 2 του εν λόγω άρθρου αντικαταστάθηκε από το άρθρο 45 παρ. 1 του ν. 3900/2010 (ΦΕΚ 213Α`) και, με βάση το άρθρο 45 παρ. 2 του ν. 3900/2010, ισχύει και για τις εκκρεμείς κατά την έναρξη ισχύος του ν. 3900/2010 (1.1.2011) διαιρορές. Μετά δεδομένα αυτά η κρινόμενη ανακοπή πρέπει να εξεταστεί από την άποψη της μη τήρησης της διαδικαστικής προϋπόθεσης περί καταβολής παραβόλου.
 Σύμφωνα με την παρ. 1 του άρθρου 277 του Κ.Δ.Δ., όπως η παρ. αυτή αντικαταστάθηκε με την παρ. 7 του άρθρου 22 του ν. 3226/2004 «Παροχή νομικής βοήθειας σε πολίτες χαμηλού εισοδήματος...» (ΦΕΚ 24Α`), για το παραδεκτό των ένδικων βοηθημάτων και μέσων πρέπει, ως την πρώτη συζήτηση της υπόθεσης, να προσκομισθεί το προβλεπόμενο από τις κείμενες διατάξεις αποδεικτικό καταβολής παραβόλου (εδ. α`], ενώ αν δεν προσκομισθεί το αποδεικτικό αυτό ως την πρώτη συζήτηση τns υπόθεσης, εφαρμόζονται τα προβλεπόμενα στο άρθρο 139α [πρόσκληση για συμπλήρωση τυπικών παραλείψεων] (εδ. β`). Εξάλλου, με την παρ. 2 περ. α` του ίδιου Κώδικα το ποσό του παραβόλου, μεταξύ άλλων ένδικων βοηθημάτων, και για την ανακοπή, ορίστηκε αρχικά σε 1.500 δρχ. (ήτοι € 4,40), ενώ στη συνέχεια με το άρθρο 35 του ν. 3659/2008 «Βελτίωση και επιτάχυνση των διαδικασιών της δίκης στα τακτικά διοικητικά δικαστήρια...» (ΦΕΚ 77Α` - έναρξη ισχύος από 8.6.2008) αναπροσαρμόστηκε σε € 25.
 Ακολούθησε ο ν. 3900/2010 "Εξορθολογισμός διαδικασιών και επιτάχυνση της διοικητικής δίκη (ΦΕΚ 213 Α`) με την παρ. 1 του άρθρου 45 του οποίου αντικαταστάθηκε η παρ. 2 του άρθρου 277 του Κ.Δ.Δ. και ειδικότερα το παράβολο, μεταξύ άλλων ένδικων βοηθημάτων και για την ανακοπή, ορίστηκε σε € 100. Εξάλλου, με την παρ. 2 του άρθρου 45 του ν. 3900/2010 ορίστηκε ότι: «Οι παράγραφοι 2..... του άρθρου 277 του Κ.Δ.Δ, όπως τροποποιούνται από την προηγούμενη παράγραφο, ισχύουν και για τις εκκρεμείς κατά την έναρξη ισχύος του νόμου αυτού διαφορές. Το τυχόν επιπλέον οφειλόμενο παράβολο στις διαφορές αυτές καταβάλλεται μέχρι την πρώτη συζήτηση του ενδίκου βοηθήματος ή μέσου». Εξάλλου, σύμφωνα με την παρ. 9 του άρθρου 277 του Κ.Δ.Δ., το παράβολο, αν το ένδικο βοήθημα ή μέσο απορριφθεί για οποιονδήποτε λόγο, καταπίπτει υπέρ του Δημοσίου, ενώ, αν αυτά γίνουν δεκτά ή αν η δίκη καταργηθεί για οποιονδήποτε,-λόγο, αποδίδεται σε αυτόν που το κατέβαλε (εδ. α`) , περαιτέρω, αν το ένδικο βοήθημα ή μέσο γίνει δεκτό εν μέρει, το παράβολο αποδίδεται κατά ένα μέρος του, το οποίο και καθορίζεται κατά την κρίση του δικαστηρίου (εδ. γ). Επίσης, σύμφωνα με την παρ. 10 του παραπάνω άρθρου, το δικαστήριο μπορεί, εκτιμώντας τις περιστάσεις, να διατάξει την απόδοση του παραβόλου ακόμη και όταν απορρίπτεται το ένδικο βοήθημα ή μέσο (εδ. α`) , ενώ άλλωστε το δικαστήριο μπορεί να διατάξει το διπλασιασμό του παραβόλου αν το ένδικο βοήθημα ή μέσο είναι προδήλως απαράδεκτο ή προδήλως αβάσιμο (εδ. β`) . Τέλος σύμφωνα με την παρ. 11 του παραπάνω άρθρου, αν, σε συγκεκριμένη περίπτωση, καταβλήθηκε παράβολο χωρίς να υπάρχει κατά νόμο υποχρέωση προς τούτο, διατάσσεται με την απόφαση, και ανεξάρτητα από την έκβαση της δίκης, η επιστροφή του.
 Οπως έχει κριθεί (πρβλ. ΑΕΔ 33/1995, ΣτΕ [ 647/2004 Ολομ., ΣτΕ 2531/2005 κα), από τα άρθρα 20 παρ. 1 του Συντάγματος [δικαίωμα δικαστικής προστασίας] και 6 τnς Eυρωπαικής Σύμβασης των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (Ε.Σ.Δ.Α.) που κυρώθηκε με το ν.δ. 53/1974 (ΦΕΚ 256Α`) και έχει, κατ` άρθρο 28 παρ. 1 του Συντάγματος, αυξημένη τυπική ισχύ έναντι των κοινών νόμων [δικαίωμα σε δίκαιη δίκη] δεν αποκλείεται στον κοινό νομοθέτη να θεσπίζει δικονομικές προϋποθέσεις και γενικότερα διατυπώσεις για την πρόοδο τnς δίκnς, αρκεί αυτές να συνάπτονται προς τη λειτουργία των δικαστηρίων και την ανάγκη αποτελεσματικής απονομής τnς δικαιοσύνης και, περαιτέρω, να μην υπερβαίνουν τα όρια εκείνα, πέραν των οποίων επάγονται την άμεση ή έμμεση κατάλυση του ατομικού δικαιώματος παροχής έννομης δικαστικής προστασίας που προστατεύεται από τις ανωτέρω διατάξεις.
 Κατά την κρίση του Δικαστηρίου, ύστερα από τις δύο διαδοχικές νομοθετικές επεμβάσεις που προαναφέρθηκαν [ήτοι αυτή που έλαβε χώρα με το άρθρο 35 του ν. 3659/2008 και αυτή που έλαβε χώρα με το άρθρο 45 του ν. 3900/2010], το παράβολο που προβλέπεται από την παρ. 2 του άρθρου 277 του Κ.Δ.Δ., μεταξύ άλλων ένδικων βοηθημάτων και για την αποκοπή, υπέρ-εικοσαπλασιάστηκε σε ιδιαίτερα σύντομο χρονικό διάστημα [και ειδικότερα από € 4,40 που οριζόταν μέχρι τις 8.6.2008 ορίστηκε από την ημερομηνία αυτή και μέχρι την 31.12.2010 σε € 25, ενώ ήδη από 1.1.2011 ορίζεται σε € 100]. Εν όψει τούτου, η επιβάρυνση που συνεπάγεται πλέον για τον διοικούμενο η υποχρέωση καταβολής του εν λόγω αναπροσαρμοσμένου παραβόλου, το οποίο ισοδυναμεί περίπου με τρία ημερομίσθια ανειδίκευτου εργάτη [βλ. την Εθνική Γενική Συλλογική Σύμβαση Eργασίας (Ε.Γ.Σ.Σ.Ε.) των ετών 2010, 2011 και 2012 (Πράξη Κατάθεσης 14/16.7.2010) μετην οποία καθορίστηκε η τιμή του ημερομισθίου του ανειδίκευτου εργάτη (Η.Α.Ε.) από 1.7.2011 έω5 30.6.2012 σε € 33,57], δεν μπορεί να χαρακτηριστεί ως ασήμαντη, τούτο δε πολύ περισσότερο στην παρούσα διεθνή και ελληνική οικονομική συγκυρία. Συνεπώς, αντίθετα απ` όσα έχουν γίνει και νομολογιακά δεκτά (βλ. την 1583/2010 απόφαση της Ολομέλειας του Συμβουλίου της Επικράτεια κ.ά.) για το παράβολο ύψους € 4,40 που προβλεπόταν από την παρ. 2 του άρθρου 227 του Κ.Δ.Δ. πριν επέλθει η πιο πάνω αναπροσαρμογή, ήτοι πριν την ισχύ του άρθρου 35 του ν. 3659/2008 (το οποίο πράγματι ήταν ιδιαίτερα μικρό), το ισχύον αναπροσαρμοσμένο παράβολο είναι ικανό από τη φύση του να παρεμποδίσει το δικαίωμα του διοικούμενου να προσφύγει ενώπιον του διοικητικού δικαστηρίου. Κατ` ακολουθία, οι παρ. 1 και 2 του άρθρου 277 του Κ.Δ.Δ., οι οποίες συναρτούν το παραδεκτό της ανακοπής με την κατάθεση του παραπάνω αναπροσαρμοσμένου παραβόλου, θεσπίζουν περιορισμό του δικαιώματος παροχής δικαστικής προστασίας, ο oπoios πλέον καθίσταται υπέρμετρος και άρα μη ανεκτός από τις προαναφερόμενες διατάξεις των άρθρων 20 παρ. 1 του Συντάγματος και 6 της Ε.Σ.Δ.Α. Για το λόγο αυτό οι παρ. 1 και 2 του άρθρου 277 του Κ.Δ.Δ., κατά το μέρος που προβλέπουν ως προϋπόθεση του παραδεκτού της ανακοπής την καταβολή παραβόλου ύψους € 100 είναι ανίσχυρες, διότι αντίκεινται στις ως άνω υπερνομοθετικής ισχύος διατάξεις. Ως αποτέλεσμα, άλλωστε, της αντίθεσης των διατάξεων αυτών στα άρθρα 20 παρ. 1 του Συντάγματος και 6 της Ε.Σ.Δ.Α., οι διατάξεις αυτές δεν τυγχάνουν εφαρμογής και συνεπώς εάν τυχόν σε συγκεκριμένη περίπτωση έχει καταβληθεί οποιοδήποτε ποσό παραβόλου, το καταβληθέν παράβολο επιστρέφεται στον διάδικο που το κατέβαλε ανεξαρτήτου της έκβασης της δίκης, ενώ, σε κάθε περίπτωση απόρριψης του ένδικου βοηθήματος δεν αναζητείται το ελλείπον παράβολο (πρβλ. ως προς το τελευταίο τούτο ΣτΕ Ολ. 3470/2007, ΣτΕ 246/2010, ΣτΕ 1757/2010, ενώ άλλωστε σχετικό επιχείρημα μπορεί να αντληθεί και από τη ρύθμιση της παρ. 11 του άρθρου 277 του Κ.Δ.Δ. σύμφωνα με την οποία η επιστροφή του πέραν του νόμιμου ποσού παραβόλου διατάσσεται ανεξάρτητα από την έκβαση της δίκης).
 Εν όψει των όσων έγιναν δεκτά ανωτέρω, η κρινόμενη ανακοπή ασκείται παραδεκτά παρότι δεν συμπληρώθηκε το αρχικό παράβολο ύψους € 4,50 που καταβλήθηκε κατά την άσκηση της. Επομένως η ανακοπή αυτή πρέπει να εξεταστεί κατά το νόμο και την ουσία.
 ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Δέχεται την ανακοπή.
Ακυρώνει την 50β71.4.2008 έκθεση αναγκαστικής κατάσχεσης του δικαστικού επιμελητή ...
Διατάσσει να αποδοθεί στην ανακόπτουσα το παράβολο που καταβλήθηκε.
Απαλλάσσει το Ελληνικό Δημόσιο από τη δικαστική δαπάνη της ανακόπτουσας.
 Η απόφαση δημοσιεύτηκε στην Αθήνα στο ακροατήριο του Δικαστηρίου κατά τη δημόσια συνεδρίαση της 9. 1. 2012.
                 Ο ΔΙΚΑΣΤΗΣ                                           Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

Δεν υπάρχουν σχόλια: